AD Responsum — dicti olim οἱ τῶ ἀποκρίσεων μηννταὶ, quas μηνύσεις qui faciebant, erant Secretarii, vel a Secretis. Hinc qui Vopisco in Divo Aureliano c. 36. dicitur Notarius Secretorum, is Zosimo vocatur τῶ ἔτρωθεν φερομένων ἀποκρίϚεων μηνυτής: id quod erat… … Hofmann J. Lexicon universale
αμιαντοτσιμέντο — Μείγμα τσιμέντου και αμιάντου, που απονέμεται με μεγάλη πίεση σε διαδοχικά επάλληλα στρώματα πολύ μικρού πάχους, ώσπου να σχηματιστούν επίπεδες ή κυματοειδείς πλάκες, σωλήνες, στοιχεία σύνδεσης (ρακόρ) κλπ. Στο εμπόριο, το α. κυκλοφορεί με… … Dictionary of Greek
εγκλητικός — ή, ό (ΑΜ ἐγκλητικός, ή, όν) αυτός που αναφέρεται στην έγκληση αρχ. πρόθυμος να υποβάλει μηνύσεις, φιλόδικος … Dictionary of Greek
συκοφάντης — ο, θηλ. συκοφάντρια, ΝΜΑ, θηλ. και συκοφαντις, ιδος, Α 1. αυτός που διατυπώνει ψευδείς κατηγορίες για κάποιον, που δυσφημεί, διαβολέας 2. (στην αρχ. Αθήνα) α) δημόσιος μηνυτής εκείνων που είχαν κλέψει σύκα από τις ιερές συκιές β) μηνυτής εκείνων… … Dictionary of Greek
ιδιώτης — ο 1. απλός πολίτης, αυτός που δεν κατέχει δημόσια αξιώματα: Πέρασε την υπόλοιπη ζωή του ως απλός ιδιώτης. – Οι μηνύσεις υποβλήθηκαν από ιδιώτες. 2. αυτός που πάσχει από ιδιωτεία (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)